Ειδικότερα, όπως σημειώνει σε σημερινή της έκθεση, μετά την ιρανική επίθεση στο Ισραήλ, ο κίνδυνος κλιμάκωσης στη Μέση Ανατολή κυριαρχεί στα πρωτοσέλιδα τις τελευταίες ημέρες. Αν και η κυβέρνηση Μπάιντεν εργάζεται σκληρά για να πείσει το Ισραήλ να μην προχωρήσει σε μεγάλης κλίμακας αντίποινα, η κατάσταση παραμένει εξαιρετικά αβέβαιη και η περαιτέρω κλιμάκωση θα μπορούσε να εκτινάξει τις τιμές του πετρελαίου στα ύψη, όπως προειδοποιεί η Goldman Sachs.
Τούτου λεχθέντος, ο κίνδυνος για τις τιμές είναι κάπως αμφίπλευρος, καθώς οι στρατηγικοί αναλυτές της αγοράς πετρελαίου της Goldman τονίζουν ότι το τρέχον επίπεδο Brent των 90 δολ./βαρέλι ήδη ενσωματώνει γεωπολιτικό ασφάλιστρο κινδύνου 5-10 δολ. και ότι η παγκόσμια πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα είναι τώρα σχεδόν στα 6 εκατ. βαρέλια την ημέρα, ένα γενναιόδωρο 5,75% της παγκόσμιας παραγωγής. Συνεπώς, η αμερικάνικη τράπεζα επιλεγεί προς το παρόν τουλάχιστον, να μην προχωρήσει σε κάποια αλλαγή στις οικονομικές της προβλέψεις λόγω της πρόσφατης κλιμάκωσης.
Εκτός από τους γεωπολιτικούς κινδύνους, το κυρίαρχο θέμα των αγορών σήμερα είναι ο υψηλότερος από τον αναμενόμενο πληθωρισμό του Μαρτίου των ΗΠΑ. Έχοντας επίσης υπόψη τον πληθωρισμό και τα δεδομένα των τιμών των εισαγωγών, η Goldman εκτιμά ότι ο δομικός δείκτης πληθωρισμού PCE (ο οποίος βασίζεται στα ίδια στοιχεία κατανάλωσης που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος και στον οποίο εστιάζει περισσότερο η Fed) αυξήθηκε λίγο περισσότερο από 4% (σε ετήσια βάση) τους πρώτους τρεις μήνες του 2024. Αυτό είναι και το υψηλότερο επίπεδο σε βάση τριών μηνών από το 4,9% που παρατηρήθηκε στο πρώτο τρίμηνο του 2023. Εκτός εάν υπάρξει σημαντική επιδείνωση στην αγορά εργασίας, αυτά τα νέα στοιχεία για τον πληθωρισμό αποκλείουν, κατά την Goldman, τις μειώσεις επιτοκίων έως ότου η FOMC δει μια ανανεωμένη διαδοχική επιβράδυνση για τουλάχιστον μερικούς μήνες. Ως εκ τούτου, η αμερικάνικη τράπεζα άλλαξε την προηγούμενη εκτίμησή της για τριμηνιαίες μειώσεις επιτοκίων από την Fed που ξεκινούσαν τον Ιούνιο και τώρα βλέπει τις μειώσεις να ξεκινούν τον Ιούλιο, με ανοιχτό το ενδεχόμενο να καθυστερήσουν ακόμη περισσότερο.
Η αμερικανική οικονομία θα είναι σε θέση να αντιμετωπίσει μια μεταγενέστερη από την αναμενόμενη έναρξη της νομισματικής χαλάρωσης, όπως εκτιμά ωστόσο η Goldman Sachs. Παρόλο που η αύξηση του ΑΕΠ έχει επιβραδυνθεί από τον εντυπωσιακό ρυθμό του 4,1% του β’ εξαμήνου του 2023, εξακολουθεί να βλέπει ανάπτυξη 3,1% το α’ τρίμηνο του 2024, λόγω της ισχυρής προσωπικής κατανάλωσης. Ομοίως, τα νέα της αγοράς εργασίας παραμένουν ως επί το πλείστον ευνοϊκά, με αύξηση 303 χιλ. στις μισθοδοσίες εκτός αγροτικού τομέα και μικρή πτώση του ποσοστού ανεργίας στο 3,8% τον Μάρτιο. Πάντως, οι προσλήψεις επιβραδύνθηκαν παρά την απότομη αύξηση της μετανάστευσης και της αύξησης του εργατικού δυναμικού. Ωστόσο, άλλα δεδομένα, όπως οι αιτήσεις ανεργίας και οι κενές θέσεις εργασίας (JOLTS) υποδηλώνουν ότι οι απολύσεις παραμένουν επίσης σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Συνολικά, όπως τονίζει η G.S., αυτός είναι ένας ενθαρρυντικός συνδυασμός για τη βιωσιμότητα της ανάκαμψης της οικονομίας, αν και σημαίνει ότι οι νεοεισερχόμενοι στο εργατικό δυναμικό μπορεί να χρειαστεί να ψάξουν περισσότερο πριν βρουν δουλειά.
Παρά τις πρόσφατες ανοδικές εκπλήξεις για τον πληθωρισμό, η Goldman πιστεύει ότι το γενικότερο story μείωσης του πληθωρισμού παραμένει ανέπαφο. Ένας βασικός λόγος είναι ότι η αγορά εργασίας συνεχίζει να ισορροπεί καλά. Το χάσμα θέσεων εργασίας – εργαζομένων μειώνεται στα 2 εκατομμύρια, το ποσοστό αποχωρήσεων είναι χαμηλότερο από τα προ πανδημίας επίπεδα και τα νέα για τους μισθούς παραμένουν ευνοϊκά. Από τον Μάρτιο, οι μέσες ωριαίες αποδοχές και η παρακολούθηση της αύξησης των μισθών της Fed της Atlanta είναι συνεπής με την ετήσια αύξηση των μισθών λίγο πάνω από 4% και ο πιο αξιόπιστος δείκτης του κόστους της απασχόλησης εκτιμάται ότι θα παρουσιάσει παρόμοιο ρυθμό για το πρώτο τρίμηνο. Κατά τη διάρκεια του επόμενου έτους, η αμερικάνικη τράπεζα βλέπει την αύξηση των μισθών να συγκλίνει στο 3,5%, ρυθμός που εκτιμά ότι είναι συνεπής με 2% πληθωρισμός, υποθέτοντας μια τάση παραγωγικότητας 1,5% και σταθερά περιθώρια κέρδους.
Ένας άλλος λόγος που περιορίζει τις ανησυχίες είναι ότι οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό παραμένουν σταθερές παρά τους δυσμενέστερους τίτλους για τον πληθωρισμό. Οι έρευνες των καταναλωτών για τις προσδοκίες για τον πληθωρισμό ενός έτους παραμένουν κοντά σε χαμηλό τριετίας και όλες οι μετρήσεις των μακροπρόθεσμων προσδοκιών για τον πληθωρισμό — οι έρευνες για τα νοικοκυριά, οι έρευνες των οικονομολόγων – φαίνονται συνεπείς με πληθωρισμό 2%.
Τέλος, όπως προσθέτει η Goldman, ένα μεγάλο μέρος της αύξησης του πληθωρισμού αντανακλά έναν ασυνήθιστα μεγάλο αριθμό ειδικών παραγόντων, συμπεριλαμβανομένου του January Effect, μιας αύξησης των ενοικίων τον Ιανουάριο που ήταν πιθανώς “ψευδής” και μιας αύξησης του τεκμαρτού πληθωρισμού χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών που οφείλεται εν μέρει στην ισχυρή επίδοση της αγοράς μετοχών. Ακόμη και με αυτούς τους ειδικούς παράγοντες, ο ετήσιος ρυθμός του δομικού πληθωρισμού PCE μειώθηκε περαιτέρω τους τελευταίους μήνες σε περίπου 2,8% τον Μάρτιο. Καθώς οι ειδικοί παράγοντες εκτονώνονται, η G.S. αναμένει ότι ο πληθωρισμός θα επιβραδυνθεί εκ νέου.
Σε ό,τι αφορά την Ευρωζώνη, η συνέντευξη Τύπου της περασμένης εβδομάδας επιβεβαίωσε ότι η πρώτη μείωση της ΕΚΤ είναι πολύ πιθανό να συμβεί στη συνεδρίαση της 6ης Ιουνίου. Δεδομένης της σημαντικά ασθενέστερης ευρωπαϊκής αναπτυξιακής απόδοσης σε σχέση με τις ΗΠΑ, η αμερικάνικη τράπεζα εξακολουθεί να αναμένει ότι οι τρεις πρώτες μειώσεις θα είναι διαδοχικές και της τάξης των 25 μ.β η κάθε μία, φέρνοντας το επιτόκιο καταθέσεων στο 3,25% έως τον Σεπτέμβριο. Ωστόσο, πλέον εκτιμά ότι Διοικητικό Συμβούλιο θα προχωρήσει σε τριμηνιαίο ρυθμό μειώσεων στη συνέχεια.
Όπως καταλήγει η Goldman, οι βασικές της προβλέψεις – σταθερή παγκόσμια ανάπτυξη, πτώση του πληθωρισμού και χαμηλότερα επιτόκια πολιτικής – εξακολουθούν να συνεπάγονται ένα εποικοδομητικό υπόβαθρο για τις αγορές των risk assets. Ωστόσο, ο συνδυασμός της καθυστέρησης της νομισματικής χαλάρωσης, των υψηλών αποτιμήσεων των μετοχών, των σημαντικά αυξημένων πλέον γεωπολιτικών κινδύνων καθώς και οι επικείμενες προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ υποδηλώνουν ότι το επενδυτικό περιβάλλον είναι πιθανό να παραμείνει πιο ευμετάβλητο από ό,τι ήταν το μεγαλύτερο μέρος του περασμένου έτους.
Έτσι, οι αναλυτές της Goldman αναμένουν μόνο χαμηλές αποδόσεις φέτος στις μετοχές, ενώ σε ό,τι αφορά τα εμπορεύματα δίνουν έμφαση στις ανοδικές ευκαιρίες σε βιομηχανικά και πολύτιμα μέταλλα καθώς και στην αντισταθμιστική αξία των θέσεων long στο πετρέλαιο.